Ένας άνθρωπoς στη λεωφόρο Καβουρίου κρατούσε στα δυο του χέρια πατερίτσες, για να μπορέσει, τρόπος του λέγειν, να περπατήσει, με το κεφάλι σχεδόν ακουμπισμένο στην άσφαλτο.
Ένα κουβαριασμένο από την αρτηριοσκλήρωση γεροντικό κορμί, που σερνόταν για να περάσει τη λεωφόρο, κρατώντας μια γεμάτη σακκούλα.
Στεκόταν στη διαχωριστική γραμμή του δρόμου περιμένοντας κάποιος οδηγός να κάνει το αυτονόητο, να του δώσει το χρόνο να περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο.
Μια αλυσσίδα από, κυριολεκτικά, δεκάδες αυτοκίνητα και μηχανές έτρεχαν λες και είχαν αυτόματο οδηγό.
Ακούστηκε και μια τσιριξιά από τον συνεπιβάτη απαστράπτουσας μηχανής πολλών κυβικών :"Πατησέ το, ρε".
Αν τολμούσε να κάνει ένα βήμα, θα τον συνέτριβαν.
Μόλις τελείωσε η μηχανοκίνητη φάλλαγγα, περπατώντας με ρυθμό χελώνας, κατευθύνθηκε στον κάδο απορριμάτων.
Ήταν η δική του απάντηση στη δική τους καφρίλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου